Τι σημαίνει να είσαι κορίτσι εν έτει 2022!


Σήμερα είναι μία από εκείνες τις ημέρες που ο νους κατακλύζεται με σκέψεις. Στα αυτιά μου ηχούν λόγια που άκουσα μέσα στην εβδομάδα από τις συζητήσεις μου με κορίτσια διαφόρων ηλικιών, τα οποία μου δημιούργησαν έντονους προβληματισμούς για το πως αισθάνονται σχετικά με το ρόλο που διαδραματίζει το φύλο τους στις ζωές τους.

Φωνές χαμηλωμένες, απογοητευμένες, αγανακτισμένες. Όλες γένους θηλυκού. Ξεκινούν να περιγράφουν το πώς βιώνουν τον κόσμο όντας κορίτσια.

«Δεν είχα φανταστεί πόσο δύσκολο θα ήταν να είσαι κορίτσι εν έτει 2022». (Κορίτσι, 18 χρονών).

«Το έξω φαντάζει πολύ τρομακτικό. Προτιμώ να μένω περισσότερο στο σπίτι». (Κορίτσι, 20 χρονών).

«Σκέφτομαι συχνά ό,τι μπορεί να μου επιτεθεί κάποιος, ενώ προχωρώ μόνη μου στο δρόμο». (Κορίτσι, 16 χρονών).

«Φοβάμαι να παίξω στο πάρκο με τους φίλους μου. (Κορίτσι, 12 χρονών).

«Πρέπει πάντα να είναι κάποιος μαζί μου για να αισθάνομαι ασφαλής. (Κορίτσι, 15 χρονών).

Τα περισσότερα κορίτσια μιλούν για ένα αίσθημα φόβου και ανασφάλειας που τις διακατέχει κάθε φορά που απομακρύνονται από τον ασφαλή χώρο του σπιτιού τους, ή απαιτείται να μετακινηθούν μόνες τους ειδικά βραδινές ώρες. Πολλές φορές, μάλιστα, περιγράφουν πως ο φόβος αυτός είναι τόσο έντονος που για χάρη του μπορεί να στερηθούν πράγματα που αγαπάνε, όπως να περάσουν χρόνο με τους φίλους τους έξω ή να πάνε σε μια αγαπημένη δραστηριότητα, ακριβώς γιατί ανησυχούν ό,τι μπορεί να συμβεί κάτι κακό όσο θα είναι έξω.

Από τις συζητήσεις μαζί τους, φαίνεται πως όλα όσα ακούγονται το τελευταίο διάστημα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν δημιουργήσει μια αίσθηση ανασφάλειας και μια αποστροφή ως προς τη συσχέτισή τους με το άλλο φύλο. Επιπρόσθετα, η απομόνωση λόγω της πανδημίας, φαίνεται να έχει επηρεάσει σημαντικά τη διάθεσή τους για αλληλεπίδραση και ειδικά για φλερτ, καθώς οι ευκαιρίες συναναστροφής είχαν μειωθεί σημαντικά για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Τέλος, η ολοένα αυξανόμενη χρήση των social media ως μέσο προσέγγισης, φαίνεται να μην ικανοποιεί την ανάγκη τους για γνήσια επαφή, ενώ η ανωνυμία και η επικινδυνότητα που χαρακτηρίζει το διαδίκτυο, φαίνεται να δημιουργεί τελικά μεγαλύτερη απόσταση παρά εγγύτητα ανάμεσα στα νέα παιδιά.

Παρόλα αυτά, φαίνεται πως τα μεγαλύτερα κορίτσια ηλικίας 16 έως 20 χρονών συχνά αγανακτούν με αυτό το συνεχόμενο αίσθημα φόβου, και αντιδρούν ψάχνοντας τρόπους να μη μένουν μόνο σε αυτό. Έτσι, φαίνεται να ενημερώνονται περισσότερο, να συζητούν πιο συχνά τέτοιου είδους ζητήματα με σημαντικούς ενήλικες, να δημιουργούν δίκτυα αλληλοϋποστήριξης και φροντίδας μεταξύ συνομηλίκων και να ζητούν πιο συχνά βοήθεια εν γένει όταν παρίσταται κάποια ανάγκη.

Τα κορίτσια μικρότερης ηλικίας μεταξύ 12 έως 15 χρονών φαίνεται να είναι περισσότερο μπερδεμένα, αδυνατώντας να υιοθετήσουν μια οργανωμένη στάση επί του θέματος. Σημαντικό ρόλο τόσο σε αυτές όσο και στις μεγαλύτερες ηλικίες βέβαια διαδραματίζει ο ρόλος των μητέρων και η ανοιχτότητά τους να συζητούν με τις κόρες τους τις ανησυχίες που προκύπτουν κατά διαστήματα.

Γενικότερα, φαίνεται πως η στάση που θα κρατήσει ολόκληρη η οικογένεια και το αν θα καταφέρει να δημιουργήσει ένα κλίμα ασφάλειας και εμπιστοσύνης προς τα παιδιά προκειμένου να μπορέσουν να ακουμπήσουν τα όσα σκέφτονται και τους συμβαίνουν αποτελεί τον νούμερο ένα προστατευτικό παράγοντα για την αντιμετώπιση τέτοιου είδους περιστατικών και την ανακούφιση ενός μεγάλου συναισθηματικού φορτίου που μπορεί να σηκώνουν πολλά κορίτσια σήμερα.

Λεϊμονή Χρύσα – Ψυχολόγος

1η Δημοσίευση στην εφημερίδα “Θεσσαλία”.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *