Η ανάγκη να φροντίσουμε τη νέα γενιά να πετάξει ψηλά!

Δουλεύοντας με γονείς και εφήβους, το αυτί μου έχει συνηθίσει να ακούει παράπονα για τη νέα γενιά. Πως μιλάει άσχημα, πως συμπεριφέρεται ανάρμοστα, πως δεν έχει τρόπους, πως αυτά που ακούει δεν ακούγονται, πως αυτά που πιστεύει δεν υφίστανται, πως είναι στον κόσμο της, πως δεν τη νοιάζει τίποτα… πως… πως… πως…. Και ο κατάλογος του κατηγορητηρίου ατελείωτος. Φαίνεται, μάλιστα, πως μια μεγάλη μερίδα της κοινωνίας μας συμμερίζεται  την παραπάνω άποψη.

Συχνά πυκνά, όμως,  πιάνω τον εαυτό μου να αναρωτιέται:

Πως γίνεται να μιλάει άσχημα η νέα γενιά; Που ακούει και από που έχει μάθει αυτόν τον τρόπο έκφρασης;

Πώς γίνεται να συμπεριφέρεται ανάρμοστα και να μην έχει τρόπους; Ποιανού τη συμπεριφορά μιμείται άραγε;

Πώς γίνεται να ακούει ό,τι ακούει; Είχε άραγε ποτέ άλλα ερεθίσματα πέρα από αυτά;

Πώς πιστεύει σε πράγματα που δεν υφίστανται; Τους επιτράπηκε άραγε ποτέ να δημιουργήσουν τη δική τους φωνή αντί να γίνονται απλώς φερέφωνα;

Μα κυρίως πως γίνεται να λέμε πως είναι στον κόσμο της και πως δεν νοιάζεται για τίποτα, τη στιγμή που η νέα γενιά είναι αυτή που μας έβαλε τα γυαλιά στα γεγονότα που έχουν αναταράξει τη χώρα μας το τελευταίο διάστημα;

Η νέα γενιά ήταν αυτή που κράτησε την ψυχραιμία της, που επέδειξε ανδρεία και τόλμη, που έβαλε μπροστά το φιλότιμο και την ευσπλαχνία προκειμένου να βοηθήσει όπως μπορούσε να βοηθήσει, που λειτούργησε με την καρδιά που ξέρει να αγαπά τον συνάνθρωπο πιο πολύ από τον εαυτό.

Κοιτώντας το πλήθος των  νέων ανθρώπων που κινητοποιήθηκε όλες αυτές τις μέρες, που ήταν στις επάλξεις, που φώναζε συνθήματα συμπαράστασης, που αναζητούσε δικαίωση, μόνο δάκρυα γεμίζουν τα μάτια μου.

Δάκρυα βαθιάς συγκίνησης για όλα αυτά τα παιδιά που ενώ τους δίνουμε ελάχιστα, που ενώ τα πιέζουμε, που ενώ αγνοούμε τις ανάγκες τους, που ενώ δεν τους δίνουμε ερεθίσματα και που μόνο ξέρουμε να τους ζητάμε πως να είναι «ΚΑΛΥΤΕΡΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ», τη στιγμή που πολλοί από εμάς τους μαθαίνουμε με τη συμπεριφορά μας το ακριβώς αντίθετο, αισθάνομαι υπερηφάνεια ειδικά για αυτή τη γενιά, η οποία με τόσα λίγα, καταφέρνει  τελικά να κάνει τόσα πολλά και μεγάλα!

Γνωρίζω και συνεχίζω να ελπίζω πως η καλοσύνη είναι ένας σπόρος που ανθίζει ακόμα και στα πιο αντίξοα περιβάλλοντα, μα πραγματικά εύχομαι να υπήρχαν πιο γόνιμες συνθήκες, ώστε οι καρδιές όλων μας να γέμιζαν με περισσότερο νοιάξιμο και ενσυναίσθηση, έτσι ώστε να πάψουμε να κατηγορούμε τη νέα γενιά για όσα δεν μπορεί να κάνει, επειδή κάποιοι της έχουν ψαλιδίσει τα φτερά, και να δώσουμε στη νέα γενιά περισσότερα εφόδια για να επουλώσει τις πληγές της, βοηθώντας τη να πετάξει όσο πιο ψηλά μπορεί με περηφάνια για να κυνηγήσει όσα αγαπά. Και αυτή είναι  μια υποχρέωση όλων μας ξεχωριστά. Ίσως έτσι, μόνο έτσι, υπάρξει πραγματική ελπίδα για όλους μας!

Λεϊμονή Χρύσα – Ψυχολόγος – MSc  Συμβουλευτικής Ψυχολογίας

Η ενημέρωση και η αυτοφροντίδα ως όπλα για την ευτυχία των παιδιών μας!

 

Ξεκινώντας τη νέα χρονιά, αισθάνομαι πως βουτώ για ακόμα μια φορά στα βαθιά, παρέα με τους μικρούς μου συνοδοιπόρους, που δεν είναι άλλοι από τα παιδιά και τους εφήβους. Φαίνεται πως και η φετινή χρονιά ξεκινά με πολλά ερωτηματικά, ανησυχίες και άγχη για τις ζωές τους, πράγμα που επιβεβαιώνει πως τα παιδιά και οι έφηβοι έρχονται αντιμέτωποι με παρόμοιες προκλήσεις όπως οι ενήλικες.

Διαβάστε περισσότερα

Συζητώντας με ένα παιδί για τη διαφορετικότητα

 

  • Δεν μπορώ να καταλάβω πως οι άνθρωποι αδυνατούν να το δουν.
  • Ποιο;
  • Πως οι άνθρωποι μπορούμε να είμαστε διαφορετικοί, αλλά εξίσου αγαπητοί.
  • Τι νομίζεις ότι βλέπουν οι άνθρωποι επομένως;
  • Βλέπουν τη διαφορετικότητα ως κάτι απειλητικό, κακό και προσπαθούν να την πολεμήσουν.
  • Και έτσι που τους οδηγεί αυτό;
  • Στο να γίνονται όλο και πιο βίαιοι.
  • Τι δυσκολεύει τους ανθρώπους να αποδεχθούν το διαφορετικό πιστεύεις;
  • Το γεγονός πως δεν γνωρίζουν ούτε καν τους εαυτούς τους και έτσι δεν μπαίνουν στην διαδικασία να μάθουν ούτε τους άλλους.
  • Υπάρχει ρατσισμός ανάμεσα στα παιδιά;
  • Ναι! Αν και σε αυτό ευθύνη φέρουν οι γονείς. Το τι λένε στα παιδιά και πως τα παιδιά τους βλέπουν να συμπεριφέρονται έχει σημασία.
  • Τι νομίζεις ότι θα μας βοηθούσε να αποδεχθούμε πράγματα που διαφέρουν από εμάς;
  • Το να μιλάμε. Όπως η βία φέρνει βία, έτσι τα λόγια φέρνουν άνοιγμα και αποδοχή.
  • Πως φαντάζεσαι έναν κόσμο γεμάτο αποδοχή;
  • Φαντάζομαι έναν κόσμο όμορφο όπου όλοι θα μπορούν να είναι φίλοι και ο καθένας θα βάζει το λιθαράκι του.

Η διαφορετικότητα είναι το μέσο εκείνο που μας βοηθά να εξελισσόμαστε. Αποδεχόμενοι τη διαφορετικότητα, οι άνθρωποι μπορούμε να συντονίσουμε τις δυνάμεις μας προκειμένου να δημιουργήσουμε έναν κόσμο που μπορεί και θέλει να εμπεριέχει διαφορετικά γνωρίσματα και να εμπλουτίζεται συνεχώς.

Η αποδοχή της διαφορετικότητας έχει ως εξής: Εγώ έρχομαι και φτιάχνω σε ένα χαρτί ένα τριαντάφυλλο, ένας άλλος άνθρωπος θα έρθει και θα φτιάξει τον άνθρωπο που το κρατάει και ένας άλλος το περιβάλλον γύρω από το τριαντάφυλλο. Εάν όλοι φτιάχναμε μόνο τα τριαντάφυλλα, τότε θα χάναμε τη συνολική εικόνα.

Αξιοποιώντας, επομένως, τα δυνατά σημεία του καθένα μας, μπορούμε να δημιουργήσουμε έργα τέχνης, εμπνευσμένα και γεμάτα από αγάπη, φροντίδα και νοιάξιμο. Να τι κερδίζουμε αποδεχόμενοι τη διαφορετικότητα.

Λεϊμονή Χρύσα – Ψυχολόγος

1η Δημοσίευση στην εφημερίδα: “Θεσσαλία”

Η δυσκολία του γονικού ρόλου σήμερα!

Συζητώντας με όλο και περισσότερους γονείς, αρχίζω να αντιλαμβάνομαι σε βάθος την πολυπλοκότητα αυτού του ρόλου. Ένας ρόλος που δίνεται στον καθένα από εμάς τις περισσότερες φορές χωρίς την κατάλληλη προετοιμασία.

Η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχουν μαγικά κουμπιά και οδηγίες που επιλύουν τις προκλήσεις με τις οποίες θα έρθει αντιμέτωπος ένας γονιός από τη πρώτη μέρα κι όλας που θα κρατήσει στην αγκαλιά του το παιδί του. Ωστόσο, νομίζω, πως είναι πολύ σημαντικό το ζευγάρι πριν πάρει την απόφαση να φέρει ένα νέο μέλος ανάμεσά του, να έχει πρώτα επεξεργαστεί σημαντικά κομμάτια της δικής του προσωπικής ιστορίας.

Καθένας από εμάς, λοιπόν, που θέλει  ή είναι ήδη γονέας, θα πρέπει να αναλογιστεί τι είδους γονέας θέλει να είναι. Θα πρέπει να σκεφτεί ποια κομμάτια της δικής του ανατροφής θέλει να κρατήσει και ποια όχι. Θα πρέπει να αναστοχαστεί πάνω στη σχέση του με τους δικούς του γονείς, φέρνοντας σημαντικές αναμνήσεις στο νου, οι οποίες θα του υπενθυμίσουν όσα τον βοήθησαν να γίνει σε ένα μεγάλο ποσοστό ακριβώς αυτό που είναι σήμερα.

Δεν είναι αναγκαίο να γίνουμε οι γονείς που ήταν οι δικοί μας. Δεν είναι αναγκαίο να αναπαράγουμε συνήθειες και πρακτικές, με τις οποίες θυμόμαστε πόσο μας δυσκόλευαν στα παιδικά μας χρόνια, και με τις οποίες παραμένουμε αντίθετοι στο σήμερα. Αν και είναι αναπόφευκτο, μερικές φορές, το να μιμηθούμε πράξεις που είχαν υιοθετήσει οι δικοί μας, εάν επεξεργαστούμε τις εμπειρίες αυτές, θα είμαστε σε θέση να μπορέσουμε να αποφασίσουμε ποιες από αυτές τις πρακτικές θέλουμε συνειδητά να διατηρήσουμε, ποιες θέλουμε να τροποποιήσουμε και ποιες να εγκαταλείψουμε οριστικά.

Ακούω πολλούς γονείς να λένε:

 «Εμείς έτσι μάθαμε»,

«Αυτό έκανε η μάνα μου, αυτό θα κάνω και γω»,

«Δεν ξέρω πως αλλιώς να συνδεθώ»,

«Φωνάζω ναι, αλλά είναι ο μόνος τρόπος που ξέρω»,

«Δεν υπάρχει χρόνος για συζήτηση».

Γονείς εγκλωβισμένοι μέσα στις ανασφάλειές τους, στα άγχη τους, στην πίεση και την κριτική της κοινωνίας και των προηγούμενων γενεών που είναι έτοιμοι να τους στήσουν στον τοίχο για τυχόν λάθη, παραβάσεις και αποτυχίες στον ρόλο τους. Γονείς που συχνά υποφέρουν και ζητούν βοήθεια στη διαχείριση των παιδιών τους, γιατί δεν έμαθαν ποτέ τι γονείς θέλουν οι ίδιοι να είναι.

Σε όλους αυτούς τους γονείς που ανησυχούν για τις σχέσεις με τα παιδιά τους, σε όλους αυτούς τους γονείς που αγωνιούν για το πώς θα τα καταφέρουν στον ρόλο τους, και για το πώς θα βρουν τις δικές τους ισορροπίες, θέλω να τους ενθαρρύνω λέγοντάς τους πως θα τα καταφέρουν.

Το πιο σημαντικό στην πορεία τους αυτή είναι η προθυμία τους να ανακαλύψουν το ποιοι θέλουν να είναι. Εάν η επιθυμία αυτή είναι σημαντική για εκείνους, θα καταφέρουν με την κατάλληλη βοήθεια, να επιτύχουν τις αλλαγές που χρειάζονται προκειμένου να δημιουργήσουν μια βαθιά και ποιοτική σχέση με τα παιδιά τους, η οποία θα βασίζεται στις δικές τους προσωπικές αξίες ως άνθρωποι. Σχέσεις βασισμένες στον σεβασμό, την αγάπη και την κατανόηση είναι σχέσεις ανθεκτικές που μπορούν να αντέξουν όσες καταιγίδες και αν φέρει η ζωή στον γονικό δρόμο τους.

Λεϊμονή Χρύσα – Ψυχολόγος

1η Δημοσίευση στην εφημερίδα «Θεσσαλία»

 

 

Τι σημαίνει να είσαι κορίτσι εν έτει 2022!

Σήμερα είναι μία από εκείνες τις ημέρες που ο νους κατακλύζεται με σκέψεις. Στα αυτιά μου ηχούν λόγια που άκουσα μέσα στην εβδομάδα από τις συζητήσεις μου με κορίτσια διαφόρων ηλικιών, τα οποία μου δημιούργησαν έντονους προβληματισμούς για το πως αισθάνονται σχετικά με το ρόλο που διαδραματίζει το φύλο τους στις ζωές τους.

Φωνές χαμηλωμένες, απογοητευμένες, αγανακτισμένες. Όλες γένους θηλυκού. Ξεκινούν να περιγράφουν το πώς βιώνουν τον κόσμο όντας κορίτσια.

«Δεν είχα φανταστεί πόσο δύσκολο θα ήταν να είσαι κορίτσι εν έτει 2022». (Κορίτσι, 18 χρονών).

«Το έξω φαντάζει πολύ τρομακτικό. Προτιμώ να μένω περισσότερο στο σπίτι». (Κορίτσι, 20 χρονών).

«Σκέφτομαι συχνά ό,τι μπορεί να μου επιτεθεί κάποιος, ενώ προχωρώ μόνη μου στο δρόμο». (Κορίτσι, 16 χρονών).

«Φοβάμαι να παίξω στο πάρκο με τους φίλους μου. (Κορίτσι, 12 χρονών).

«Πρέπει πάντα να είναι κάποιος μαζί μου για να αισθάνομαι ασφαλής. (Κορίτσι, 15 χρονών).

Τα περισσότερα κορίτσια μιλούν για ένα αίσθημα φόβου και ανασφάλειας που τις διακατέχει κάθε φορά που απομακρύνονται από τον ασφαλή χώρο του σπιτιού τους, ή απαιτείται να μετακινηθούν μόνες τους ειδικά βραδινές ώρες. Πολλές φορές, μάλιστα, περιγράφουν πως ο φόβος αυτός είναι τόσο έντονος που για χάρη του μπορεί να στερηθούν πράγματα που αγαπάνε, όπως να περάσουν χρόνο με τους φίλους τους έξω ή να πάνε σε μια αγαπημένη δραστηριότητα, ακριβώς γιατί ανησυχούν ό,τι μπορεί να συμβεί κάτι κακό όσο θα είναι έξω.

Από τις συζητήσεις μαζί τους, φαίνεται πως όλα όσα ακούγονται το τελευταίο διάστημα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν δημιουργήσει μια αίσθηση ανασφάλειας και μια αποστροφή ως προς τη συσχέτισή τους με το άλλο φύλο. Επιπρόσθετα, η απομόνωση λόγω της πανδημίας, φαίνεται να έχει επηρεάσει σημαντικά τη διάθεσή τους για αλληλεπίδραση και ειδικά για φλερτ, καθώς οι ευκαιρίες συναναστροφής είχαν μειωθεί σημαντικά για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Τέλος, η ολοένα αυξανόμενη χρήση των social media ως μέσο προσέγγισης, φαίνεται να μην ικανοποιεί την ανάγκη τους για γνήσια επαφή, ενώ η ανωνυμία και η επικινδυνότητα που χαρακτηρίζει το διαδίκτυο, φαίνεται να δημιουργεί τελικά μεγαλύτερη απόσταση παρά εγγύτητα ανάμεσα στα νέα παιδιά.

Παρόλα αυτά, φαίνεται πως τα μεγαλύτερα κορίτσια ηλικίας 16 έως 20 χρονών συχνά αγανακτούν με αυτό το συνεχόμενο αίσθημα φόβου, και αντιδρούν ψάχνοντας τρόπους να μη μένουν μόνο σε αυτό. Έτσι, φαίνεται να ενημερώνονται περισσότερο, να συζητούν πιο συχνά τέτοιου είδους ζητήματα με σημαντικούς ενήλικες, να δημιουργούν δίκτυα αλληλοϋποστήριξης και φροντίδας μεταξύ συνομηλίκων και να ζητούν πιο συχνά βοήθεια εν γένει όταν παρίσταται κάποια ανάγκη.

Τα κορίτσια μικρότερης ηλικίας μεταξύ 12 έως 15 χρονών φαίνεται να είναι περισσότερο μπερδεμένα, αδυνατώντας να υιοθετήσουν μια οργανωμένη στάση επί του θέματος. Σημαντικό ρόλο τόσο σε αυτές όσο και στις μεγαλύτερες ηλικίες βέβαια διαδραματίζει ο ρόλος των μητέρων και η ανοιχτότητά τους να συζητούν με τις κόρες τους τις ανησυχίες που προκύπτουν κατά διαστήματα.

Γενικότερα, φαίνεται πως η στάση που θα κρατήσει ολόκληρη η οικογένεια και το αν θα καταφέρει να δημιουργήσει ένα κλίμα ασφάλειας και εμπιστοσύνης προς τα παιδιά προκειμένου να μπορέσουν να ακουμπήσουν τα όσα σκέφτονται και τους συμβαίνουν αποτελεί τον νούμερο ένα προστατευτικό παράγοντα για την αντιμετώπιση τέτοιου είδους περιστατικών και την ανακούφιση ενός μεγάλου συναισθηματικού φορτίου που μπορεί να σηκώνουν πολλά κορίτσια σήμερα.

Λεϊμονή Χρύσα – Ψυχολόγος

1η Δημοσίευση στην εφημερίδα “Θεσσαλία”.

Η διατήρηση ποιοτικών συντροφικών σχέσεων ως πρόκληση!

qualitive relationships

Πάντα μου προκαλούσε εντύπωση το πώς οι άνθρωποι δυσκολευόμαστε συχνά με το σχετίζεσθαι. Αν και φύσει κοινωνικά όντα, θα περίμενε κανείς πως οι ανθρώπινες σχέσεις θα ήταν πιο εύκολες. Φαίνεται, όμως, πως πολλοί άνθρωποι και ειδικά στις μέρες μας δυσκολεύονται συχνά να διατηρήσουν καλές συντροφικές σχέσεις. Με αφορμή την ημέρα των ερωτευμένων, αναρωτιέμαι τι μπορεί να δυσκολεύει τόσο τους ανθρώπους σε αυτό το κομμάτι;

Οι λόγοι μπορεί να ποικίλλουν σημαντικά. Έναν πρωτεύοντα ρόλο, όμως θαρρώ, διαδραματίζει η εικόνα που έχουμε εσωτερικεύσει από τη σχέση των γονιών μας. Το πώς εκείνοι σχετίζονταν, το πώς επικοινωνούσαν τα συναισθήματά τους, το πώς λύνανε τις διαφορές τους και το πως βιώνανε την καθημερινότητά τους ως ζευγάρι, φαίνεται να επηρεάζει και τη δική μας αντίληψη για τα πρότυπα των συντροφικών σχέσεων. Συχνά μπορεί να επηρεάσει ακόμη και τις επιλογές μας ως προς τους ερωτικούς μας συντρόφους, αλλά και το πώς θα επιλέξουμε να σχετιστούμε εμείς μαζί τους ανάλογα με το τι έχουμε εσωτερικεύσει ως συντροφική σχέση.

Πέραν τούτου, όμως, το να συνάψουμε μια σχέση είναι ένα μόνο κομμάτι. Το να καταφέρουμε να διατηρήσουμε ποιοτικές συντροφικές σχέσεις αποδεικνύεται περισσότερο περίπλοκο. Φαίνεται πως στην εποχή μας υπάρχει έντονος φόβος για τη δέσμευση. Αναρωτιέμαι, αν οι άνθρωποι έχουν μάθει να δεσμεύονται γενικότερα. Η δέσμευση απαιτεί αυτογνωσία, παρουσία στο εδώ και τώρα, ενσυναίσθηση, κατανόηση, αλλά και δεξιότητες επικοινωνίας και διαπραγμάτευσης με τους άλλους και τον εαυτό. Είναι μια σύνθετη διαδικασία, την οποία πολλές φορές οι άνθρωποι δεν μπορούν να ακολουθήσουν.

Επηρεασμένοι από την εγωκεντρικότητα, τη διαφθορά και τον κυνισμό της εποχής μας, οι άνθρωποι φαίνεται να κλειδώνονται όλο και περισσότερο, μένοντας τελικά μόνοι ή μέσα σε σχέσεις μη ικανοποιητικές για τους ίδιους. Φόβοι, ανασφάλειες και προηγούμενες αρνητικές εμπειρίες έρχονται για να επισφραγίσουν πως η μοναξιά ίσως είναι προτιμότερη. Τουλάχιστον είναι πιο «ασφαλής».

Με αφορμή όλα τα περιστατικά περί κακοποίησης που βγαίνουν προς τα έξω το τελευταίο διάστημα, και μέσα από τη δουλειά μου με εφήβους, παρατήρησα με λύπη πως το φλερτ και οι σχέσεις εν γένει έχουν νοηματοδοτηθεί με έναν αρνητικό τρόπο. Μάλιστα, έχουν επισκιαστεί με συναισθήματα φόβου, δυσπιστίας και καχυποψίας που δεν επιτρέπουν στα νέα παιδιά να βιώσουν το συναίσθημα του έρωτα στην πιο αγνή μορφή του. Τα κορίτσια μεταξύ 15-18 χρονών φαίνεται να επηρεάζονται περισσότερο. Συχνά αναφέρουν:

«Πώς να εμπιστευθώ οποιοδήποτε αγόρι;»

«Φοβάμαι. Δεν ξέρεις τι μπορεί να συμβεί».

«Πως θα με προστατέψω; Δεν είμαι σίγουρη ό,τι μπορώ να το κάνω».

«Τα αγόρια δεν καταλαβαίνουν».

Αυτές είναι μερικές από τις πιο συχνές φράσεις που ακούω στη θεραπεία με έφηβα κορίτσια το τελευταίο διάστημα. Δεν είναι λίγες οι φορές που τα μάτια μου θολώνουν στις συζητήσεις μαζί τους, όταν ακούω πως σχεδόν όλες οι φίλες τους έχουν να αφηγηθούν τουλάχιστον ένα περιστατικό παρενόχλησης στην ζωή τους. Είτε αυτό αφορά χυδαία σχόλια, είτε χειρονομίες, είτε περίεργα βλέμματα, η συντριπτική πλειοψηφία των κοριτσιών έχουν να μοιραστούν μια τέτοια εμπειρία.

Ένα γιατί θρονιάζει μέσα σε όλους εμάς που προβληματιζόμαστε επί του θέματος. Ένα γιατί που αντηχεί ηχηρά στα μύχια της ψυχής μας. Ένα πολύπλοκο, ανεξήγητο γιατί που όμως φαίνεται να έχει ευαισθητοποιήσει το τελευταίο διάστημα πλήθος ανθρώπων, κάνοντας τους να μιλάνε πιο πολύ και πιο δυνατά για όλα αυτά. Ακόμη και αν δεν πάρουμε απάντηση στο γιατί, ελπίζω να μείνουμε περισσότερο στο πως θα μειώσουμε τέτοιου είδους περιστατικά από εδώ και πέρα, αλλά κυρίως στο πως θα μάθουμε να μπαίνουμε στις σχέσεις μας με σεβασμό και φροντίδα προς τον άλλον και προς τον εαυτό μας ταυτόχρονα, καθώς η σχέση είναι ακριβώς αυτός ο χώρος που δημιουργείται ανάμεσά μας με τον άλλον και που απαιτεί εξίσου τη φροντίδα και των δυο μας.

Λεϊμονή Χρύσα – Ψυχολόγος

1η Δημοσίευση στην Εφημερίδα “Θεσσαλία”.

Το βιβλίο ως μέσο για την κατάκτηση της αυτογνωσίας των παιδιών

Οι ιστορίες είναι ο τρόπος των ανθρώπων να διηγούνται όσα κρατούν καλά φυλαγμένα μέσα τους. Μέσα από αυτές έχουμε τη δυνατότητα να μιλήσουμε για τις σκέψεις, τα συναισθήματα, τις αγωνίες και τις επιθυμίες μας. Είναι ένας δημιουργικός τρόπος να αφουγκραστούμε τον εσωτερικό μας κόσμο καλύτερα. Η ανάγνωση, επομένως, ενός καλού και ποιοτικού βιβλίου φαίνεται να είναι ιδιαίτερα ευεργετική για τα παιδιά. Μέσα από τα αναγνώσματα με τα οποία έρχονται σε επαφή οι μαθητές, έχουν τη δυνατότητα να αντιληφθούν και να επεξεργαστούν σκέψεις και συναισθήματα που τους γεννιούνται ακούγοντας τις ιστορίες των ηρώων.

Όταν ακούμε μια ιστορία, φαίνεται πως ο καθένας από εμάς ερμηνεύει τις κινήσεις των πρωταγωνιστών και τα γεγονότα σύμφωνα με το δικό του προσωπικό σύστημα αξιών. Αυτό συνεπάγεται πως ο καθένας από εμάς στέκεται σε διαφορετικά κομμάτια της ίδιας ιστορίας ανάλογα με το τι τον κινητοποιεί συναισθηματικά τη συγκεκριμένη περίοδο.

Τα παιδιά διαβάζοντας ένα βιβλίο είναι πιθανό να ταυτιστούν με τον ήρωα, επιτρέποντας στους εαυτούς τους να δουν πως ό,τι τα απασχολεί μπορεί να αποτελεί κοινό βίωμα και για άλλους ανθρώπους. Η ταύτιση με τον ήρωα του βιβλίου τους απορρίπτει τη σκέψη πως είναι οι μόνοι που περνούν κάτι επώδυνο και τους περνά το μήνυμα πως αυτό που τους συμβαίνει είναι κάτι φυσιολογικό και αντιμετωπίσιμο. Μετά την ταύτιση με τον ήρωα, κάτι που βοηθά τα παιδιά επίσης στην ανάπτυξη της ενσυναίσθησής τους, στο  να μπορούν να κατανοούν πως αισθάνεται κάποιος που περνά μια συγκεκριμένη δυσκολία, ακόμη και αν τα ίδια δεν έχουν βιώσει κάτι παρόμοιο, έρχεται η κάθαρση.

Η κάθαρση αφορά το κομμάτι της επίλυσης του προβλήματος. Τα παιδιά βλέποντας τον τρόπο που επεξεργάζεται ο ήρωας τα συναισθήματά του, που εντοπίζει τις εναλλακτικές του και τελικά αποφασίζει πως θα χειριστεί την κατάσταση, αποτελεί αφορμή για σκέψη σχετικά με το πώς τα ίδια θα μπορούσαν να επιλύσουν τα δικά τους παρόμοια προβλήματα. Τους ανοίγει δηλαδή μια νέα οπτική, την οποία μπορεί μέχρι τότε να μην είχαν καν σκεφθεί. Τέλος, τα παιδιά μέσα από την ανάγνωση περνούν στην φάση της διορατικότητας. Στο σημείο εκείνο, δηλαδή, όπου τα παιδιά θα προβληματιστούν εν γένει για την φιλοσοφία ζωής που τα διακατέχει έως τώρα και όχι απλώς για το συγκεκριμένο πρόβλημα. Είναι το σημείο εκείνο όπου αρχίζουν να καλλιεργούν τον δικό τους τρόπο θέασης του κόσμου.

Τα πλεονεκτήματα, όμως, από την ανάγνωση ενός βιβλίου εκτείνονται και σε άλλα επίπεδα. Αρχικά μέσα από το βιβλίο το παιδί έχει την ευκαιρία να αποδράσει για λίγο από τη δυσκολία που μπορεί να βιώνει και να βυθιστεί σε έναν άλλον κόσμο έχοντας τη θέση του παρατηρητή των πραγμάτων. Επιπλέον, μπορεί η επίδραση του αναγνώσματος να οδηγήσει το παιδί στο να αναθεωρήσει την αντίληψή του ή τη στάση του για ένα συγκεκριμένο θέμα όπως αυτό του ρατσισμού για παράδειγμα. Τέλος, μπορεί να οδηγήσει τον μαθητή στο να αγαπήσει τη φιλαναγνωσία αυξάνοντας με αυτόν τον τρόπο και τα ακαδημαϊκά του επιτεύγματα.

Καταληκτικά, θα λέγαμε πως η επαφή του παιδιού με ένα καλό βιβλίο μπορεί να λειτουργήσει ως μια γέφυρα ανάμεσα στον εσωτερικό και τον εξωτερικό του κόσμο, βοηθώντας το να αποκτήσει μεγαλύτερη επίγνωση για το μέσα του, αλλά και καλύτερες δεξιότητες διαχείρισης του εξωτερικού του κόσμου.  Φυσικά, η ανάγνωση από μόνη της δεν είναι ικανή να προσφέρει όλα τα παραπάνω. Εκείνο που φαίνεται να έχει τη μεγαλύτερη σημασία είναι η μετέπειτα επεξεργασία του κειμένου, η συζήτηση πάνω στη διήγηση, και ο δημιουργικός τρόπος ανακατασκευής του αναγνώσματος μέσα από τη ζωγραφική, τη σύνθεση, την γραφή, προκειμένου ο μαθητής να καταφέρει να διευρύνει την οπτική του κόσμου του. Με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσει να καλλιεργήσει την αυτογνωσία του και να μετατραπεί σε έναν ώριμο ενήλικα που θα ζει τη ζωή του σύμφωνα με τις δικές του αξίες.

Λεϊμονή Χρύσα – Ψυχολόγος

1η Δημοσίευση στην εφημερίδα “Θεσσαλία”.

Η ελληνική οικογένεια ως ένας άλλος μίτος της Αριάδνης

Η ελληνική οικογένεια μοιάζει σαν ένας άλλος μίτος της μυθικής Αριάδνης. Ένα σφιχτοδεμένο κουβάρι, που κάθε μέλος του προσπαθεί να το ξετυλίξει ξεχωριστά, πολλές φορές εκκινώντας από διαφορετικό σημείο. Ταυτόχρονα, ο ρυθμός που προχωρά το κάθε μέλος μπορεί να ποικίλλει σημαντικά. Το αποτέλεσμα; Περισσότεροι κόμποι, περισσότερες συγκρούσεις και διαφωνίες σχετικά με το ποιος το κάνει καλύτερα.

Εάν το κουβάρι μπερδεύεται ολοένα και περισσότερο, αυτό μπορεί να είναι δείγμα ενός άκαμπτου συστήματος. Ενός συστήματος που δυσκολεύεται να εμπεριέξει την πολυφωνία και τη διαφορετικότητα. Ενός συστήματος που αντί να προσφέρει λύσεις, κρύβει το πρόβλημα κάνοντας το ακόμη μεγαλύτερο. Εάν το κουβάρι καταφέρνει λίγο – λίγο να ξεδιπλώνεται, αυτό μπορεί να είναι δείγμα ενός πιο ευέλικτου και πιο ανοιχτού συστήματος. Ενός συστήματος που είναι περισσότερο πρόθυμο να ακούσει και να μεταμορφωθεί προκειμένου να αφήσει χώρο στον καθένα ξεχωριστά να αναπτυχθεί με τον τρόπο και στον χρόνο που νιώθει άνετα.

Στις οικογένειες υπάρχουν μέλη που δυσκολεύονται να ακολουθήσουν τους άλλους, και άλλα που το κάνουν αναντίρρητα. Υπάρχουν μέλη που θέλουν να κυριαρχούν, που θέλουν να χαράζουν τον δικό τους δρόμο, έχοντας όμως την απαίτηση και οι άλλοι να ακολουθήσουν το μονοπάτι που εκείνοι χάραξαν. Αυτά τα μέλη, εντέλει, χάνουν την ουσία του δικού τους μονοπατιού, καθώς δεν κοιτούν μπροστά, εκεί που θέλουν να πάνε. Αντίθετα, κρατούν τα μάτια τους καρφωμένα πίσω, βυθίζοντας τους εαυτούς τους σε μια κινούμενη άμμο που τους κρατά ακριβώς εκεί, στο ίδιο σημείο, κολλημένους.

Υπάρχουν μέλη που θέλουν αλλά φοβούνται να ξεκινήσουν το δικό τους μονοπάτι. Μπορεί να φοβούνται ό,τι θα αποτύχουν, ό,τι θα κουραστούν ή πως δεν θα τα καταφέρουν αν δεν τραβάει κάποιος άλλος μπροστά. Ίσως γιατί ποτέ κανείς δεν τους έμαθε πως είναι να πετούν με τα δικά τους φτερά, πως είναι να γεύονται τη ζωή σύμφωνα με τις δικές τους γεύσεις. Αυτά τα μέλη εάν υποκύψουν στον φόβο της αποτυχίας, είναι πιθανό να δυστυχήσουν όταν συνειδητοποιήσουν πως το να σου συμβαίνουν άσχημα πράγματα είναι σκληρό, αλλά το να σου συμβαίνουν άσχημα πράγματα για επιλογές που δεν ήταν δικές σου, είναι ακόμα χειρότερο.

Υπάρχουν μέλη που θα καταφέρουν να ορθώσουν το ανάστημά τους, που θα καταφέρουν να στηρίξουν τις επιλογές τους, που θα αναλάβουν τις ευθύνες για τις επιλογές τους, παίρνοντας το ρίσκο να ζήσουν μια ζωή σύμφωνα με τα δικά τους θέλω. Αυτό θέλει πραγματικά κουράγιο. Θέλει πραγματικό θάρρος να μπορείς να κρατάς την εσωτερική σου φωνή ενεργή, παρά τις αντιρρήσεις και τις νουθεσίες των άλλων. Να πολεμάς για όσα αγαπάς και πιστεύεις. Να θέτεις όρια και να απαιτείς σεβασμό, καταφέρνοντας φυσικά να ακούσεις και να κρατήσεις όσα θεωρείς χρήσιμα από τους αγαπημένους σου για το διάβα σου, σεβόμενος όμως πρωτίστως τον εαυτό σου που παλεύει να βρει τα δικά του πατήματα μέσα σε ένα πολλές φορές συμβιωτικό περιβάλλον που δεν επιτρέπει ή δεν αντέχει τις αλλαγές.

Η ελληνική οικογένεια έχει κατηγορηθεί πολλές φορές για αυτόν τον υπερπροστατευτικό χαρακτήρα στον βωμό του οποίου περιορίζει συχνά τα μέλη της. Μερικές φορές, μάλιστα, αυτό μπορεί να αποτελέσει σημαντικό εμπόδιο για την ανεξαρτησία των παιδιών, μη βοηθώντας τα να αναπτύξουν δεξιότητες και να καλλιεργήσουν τη δική τους πανέμορφη, ξεχωριστή προσωπικότητα.

Οι γονείς χρειάζεται να αντιληφθούν πως τα παιδιά τους αποτελούν ξεχωριστά όντα, τα οποία θα καρποφορήσουν με βάση τους σπόρους που λάβανε από τους γονείς τους, όμως θα ανθίσουν με έναν διαφορετικό τρόπο από ό,τι εκείνοι. Δεν είναι απαραίτητο να είναι κατ’ εικόνα και αφ’ ομοίωσή τους. Οι γονείς χρειάζεται να επιτρέψουν στα παιδιά τους να γίνουν εκείνα οι καλλιεργητές των χωραφιών τους, και όχι να καλλιεργούν οι γονείς τα χωράφια για λογαριασμό των παιδιών τους, γιατί αυτό δεν θα οδηγήσει στην ανάπτυξη ώριμων ενηλίκων, αλλά στη διατήρηση αιώνιων εφήβων, καταδικασμένων να μη μπορούν να απολαύσουν τους καρπούς των κόπων τους.

Εν ολίγοις, το ελληνικό οικογενειακό σύστημα θα μπορούσε διαφυλάσσοντας και διατηρώντας τις αξίες της αγάπης, της φροντίδας και του νοιαξίματος που πρεσβεύει να μεταμορφωθεί σε ένα ασφαλές καταφύγιο, όπου όλα τα μέλη θα επιστρέφουν συνειδητά σε κάθε δυσκολία για να ξαποστάσουν ή σε κάθε ευτυχία για να τη μοιραστούν με τους αγαπημένους τους. Οι γονείς επιτρέποντας στα παιδιά να ξετυλίξουν τα κουβάρια τους αφήνοντας το δικό τους αποτύπωμα, αυξάνουν τις πιθανότητές τους να κρατούν εκείνοι για πολύ καιρό την αρχή του νήματος, κάνοντας τα παιδιά τους να επιστρέφουν με χαρά πίσω για να ακουμπήσουν ό,τι νέο ανακάλυψαν στην πορεία τους.

Λεϊμονή Χρύσα – Ψυχολόγος

*1η Δημοσίευση στην εφημερίδα “Θεσσαλία”

Ένα σχολείο δίχως φόβο!

 

[     

Συναναστρεφόμενη με παιδιά ηλικίας δημοτικού, φτάνουν στα αυτιά μου ολοένα και περισσότερα περιστατικά λεκτικής, ψυχολογικής και σωματικής βίας, τα οποία λαμβάνουν χώρα στο σχολείο. Με λύπη ακούω να διηγούνται και να μοιράζονται μαζί μου ιστορίες που περιγράφουν τους εαυτούς τους ως αδύναμα, ανήμπορα και ανίκανα να τους υπερασπιστούν. Λόγια που πληγώνουν, χειρονομίες που προσβάλουν, χτυπήματα που αφήνουν σημάδια εσωτερικά και εξωτερικά είναι μόνο μερικά από τα πιο μελανά σημεία των ιστοριών τους.

Αυτό που μου προκαλεί περισσότερο εντύπωση είναι το πώς όλα αυτά βρίσκουν χώρο να καρποφορήσουν μέσα σε ένα περιβάλλον που ιδανικά θα έπρεπε να προσφέρει ακριβώς το αντίθετο, ασφάλεια και προστασία προς όλα τα παιδιά ανεξαιρέτως. Το ερώτημα που μου έρχεται στο νου δεν είναι μοναχά πως ή τι δημιουργεί αυτό το αρνητικό κλίμα, που σαφώς αποτελεί ένα από τα πιο καίρια σημεία που θα έπρεπε να απασχολεί όλους τους επαγγελματίες που εμπλέκονται στο σχολικό δίκτυο. Αυτό που με ανησυχεί πρωτίστως είναι τι μπορούν να κάνουν αυτά τα παιδιά και που μπορούν να απευθυνθούν άμεσα μέσα στο σχολείο προκειμένου να λάβουν την απαραίτητη βοήθεια. Όχι μόνο πρόσκαιρα για την αντιμετώπιση του εν λόγω περιστατικού ή της εν λόγω διένεξης που μπορεί να έχει δημιουργηθεί, αλλά με ποιους τα παιδιά στο πλάι τους θα κατορθώσουν να ευαισθητοποιηθούν και να μάθουν να διαχειρίζονται περιστατικά βίας συνολικά.

Κάθε ιστορία που ακούω σηματοδοτεί άλλο ένα παιδί που τραυματίζεται χωρίς να ξέρουμε τον ακριβή βαθμό και με ποιο τρόπο αυτό το τραύμα θα επηρεάσει αργότερα τη ζωή του προσωπικά αλλά και τη συμπεριφορά του ως πολίτη εν γένει. Κάθε τέτοια ιστορία που ακούω κρούει ακόμα ένα καμπανάκι για την επιτακτική ανάγκη να υπάρχουν στα σχολεία μαθήματα διαπαιδαγώγησης, μαθήματα διαχείρισης ανθρώπινων σχέσεων, μαθήματα αυτογνωσίας, μαθήματα που να τα διδάσκουν ουσιαστικά τη ζωή και τους εναλλακτικούς τρόπους να κινούνται μέσα σε αυτή και την πολυπλοκότητα της, απομακρυσμένα από τη «λύση» της βίας πάσης μορφής.

Η βία φέρνει βία. Είναι γεγονός. Δεν είναι λίγες οι φορές που μαθητές οι οποίοι για χρόνια βρίσκονταν στο ρόλο του θύματος, κουρασμένοι και ταλαιπωρημένοι από το ψυχολογικό βάρος της εν λόγω θέσης, μετακινήθηκαν ενστικτωδώς στο ρόλο του θύτη. Αφού αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να επιβιώσεις. Η βία επίσης μετατίθεται. Εάν εγώ δεν μπορώ να «ρίξω εσένα» που είσαι πιο δυνατός, θα ρίξω τον επόμενο που είναι πιο αδύναμος από εμένα και πάλι λέγοντας. Φαύλος κύκλος, που αν δεν διακοπεί νωρίς μπορεί ακόμη και να αφανίσει την ανθρωπότητα.

Η παιδεία ξεκινά από νωρίς, μέσα από τα σπίτια μας. Η οικογένεια είναι ο πρωταρχικός υπεύθυνος να την εμφυσήσει, όχι όμως και ο μοναδικός. Ας αναλάβουμε όλη την ευθύνη που μας αναλογεί. Το σχολείο, η κοινωνία μα και ο καθένας από εμάς ξεχωριστά που έρχεται σε επαφή με ένα παιδί είναι εξίσου υπεύθυνος. Ο καθένας από εμάς μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση με τη συμπεριφορά του ή πηγή στήριξης και εμπιστοσύνης για ένα παιδί. Το να δημιουργηθεί ένα σχολείο χωρίς φόβο εμπεριέχοντας στους κόλπους του παιδιά με αυτοεκτίμηση, αυτενέργεια, υπευθυνότητα, αλληλεγγύη και σεβασμό είναι ευθύνη όλων μας. Όχι μόνο της οικογένειας, όχι μόνο των εκπαιδευτικών, όχι μόνο των ειδικών. Όλων μας και μάλιστα όλων μας μαζί.

Λεϊμονή Χρύσα – Ψυχολόγος

*1η Δημοσίευση στην εφημερίδα “Θεσσαλία”. 

Τι είναι ο Αυτισμός!

Τι είναι ο αυτισμός

Ο αυτισμός συνιστά μια διάχυτη αναπτυξιακή διαταραχή, η οποία επηρεάζει ποικίλους τομείς της ανάπτυξης και μπορεί να εμφανισθεί ήδη από τη βρεφική ηλικία. Αφορά κυρίως τα αγόρια ενώ σύμφωνα με τη θεωρία υπάρχουν τρία βασικά χαρακτηριστικά που αντιπροσωπεύουν τα παιδιά με αυτισμό: α) η δυσκολία στη σύναψη σχέσεων με άλλους, β) η ακραία επιθυμία για ομοιότητα του περιβάλλοντος χώρου και γ) η αλαλία ή μη επικοινωνιακή ομιλία.

Συνεχίστε την ανάγνωση του “Τι είναι ο Αυτισμός!”